Neatkarība στα ελληνικά
Μετάφραση: neatkarība, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανεξαρτησία, ανεξαρτησίας, την ανεξαρτησία, της ανεξαρτησίας, η ανεξαρτησία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- neapsegts στα ελληνικά - γυμνός, εκτεθειμένος, απροφύλακτος
- neatbilstošs στα ελληνικά - ξένος, εξωτερικός, παράξενος, περίεργος, ανεπαρκής, ανεπαρκή, ανεπαρκείς, ...
- neatliekams στα ελληνικά - άμεσος, επείγων, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
- neatļaut στα ελληνικά - αρνησικυρία, απαγορεύω, απαγορεύσετε, απαγορεύσει, απορρίπτει, αρνηθεί, απορρίψουν
Τυχαίες λέξεις
Neatkarība στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανεξαρτησία, ανεξαρτησίας, την ανεξαρτησία, της ανεξαρτησίας, η ανεξαρτησία
Μεταφράσεις: ανεξαρτησία, ανεξαρτησίας, την ανεξαρτησία, της ανεξαρτησίας, η ανεξαρτησία