Paklausīgs στα ελληνικά
Μετάφραση: paklausīgs, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειθήνιος, υπάκουος, υπάκουοι, υπάκουο, υπάκουη, υπάκουα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pakaļpuse στα ελληνικά - κουτουλώ, κουτί, πισινό, μπορώ, μόρτης, πίσω πλευρά, πίσω μέρος, ...
- paklausība στα ελληνικά - υπακοή, υπακοής, την υπακοή, η υπακοή, της υπακοής
- paklausīt στα ελληνικά - υπακούω, ακούω, αφουγκράζομαι, υπακούουν, υπακούσει, υπακούσουν, υπακούν
- paklājs στα ελληνικά - μοκέτα, χαλί, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
Τυχαίες λέξεις
Paklausīgs στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειθήνιος, υπάκουος, υπάκουοι, υπάκουο, υπάκουη, υπάκουα
Μεταφράσεις: πειθήνιος, υπάκουος, υπάκουοι, υπάκουο, υπάκουη, υπάκουα