Prasīt στα ελληνικά

Μετάφραση: prasīt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζητώ, παράκληση, παρακαλώ, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από
Prasīt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prasmīgs στα ελληνικά - ειδικός, εμπειρογνώμονας, ικανός, προχωρημένος, επιτήδειος, επιδέξιος, έντεχνος, ...
  • prasība στα ελληνικά - δράση, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ενέργειες
  • pravietis στα ελληνικά - προφήτης, Προφήτη, του Προφήτη, τον Προφήτη, Prophet
  • prece στα ελληνικά - εμπόρευμα, αγαθό, άρθρο, άρθρου, το άρθρο, του άρθρου, αντικείμενο
Τυχαίες λέξεις
Prasīt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζητώ, παράκληση, παρακαλώ, απαιτούν, απαιτείται, απαιτήσει, απαιτεί, απαιτούν από