Sākties στα ελληνικά
Μετάφραση: sākties, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχίζω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ξεκινήσει, αρχίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sākotnējs στα ελληνικά - πρωτότυπος, γνήσιος, πηγαία
- sākt στα ελληνικά - αρχίζω, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
- sākums στα ελληνικά - ξεκίνημα, πρώτος, ξεκινώ, αρχή, αρχίζω, έναρξη, αρχίζει, ...
- sāls στα ελληνικά - αλάτι, άλας, άλατος, αλατιού, αλάτων
Τυχαίες λέξεις
Sākties στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχίζω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ξεκινήσει, αρχίσουν
Μεταφράσεις: αρχίζω, αρχίζουν, αρχίσει, να αρχίσει, ξεκινήσει, αρχίσουν