Sadalīšana στα ελληνικά
Μετάφραση: sadalīšana, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεραρχία, διαίρεση, διχασμός, διανομή, διανομής, κατανομή, κατανομής, τη διανομή
Μεταφράσεις
- sacerējums στα ελληνικά - εργάζομαι, δουλειά, δουλεύω, εργασία, έκθεση, δοκίμιο, δοκίμια, ...
- sacīkstes στα ελληνικά - ταιριάζω, διαγωνισμός, αντιπαράθεση, συνταιριάζω, αγώνας, σπίρτο, συναγωνισμός, ...
- sadursme στα ελληνικά - αγώνας, χτυπώ, αγωνίζομαι, σουξέ, βαρώ, μάχη, σύγκρουση, ...
- safrāns στα ελληνικά - ζαφορά, κρόκος, σαφράνι, σαφράν, το σαφράν
Τυχαίες λέξεις
Sadalīšana στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεραρχία, διαίρεση, διχασμός, διανομή, διανομής, κατανομή, κατανομής, τη διανομή
Μεταφράσεις: μεραρχία, διαίρεση, διχασμός, διανομή, διανομής, κατανομή, κατανομής, τη διανομή