Stops στα ελληνικά

Μετάφραση: stops, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόξο, βαλλίστρα, φιόγκος, κόμπος, crossbow, βαλλίστρας, βαλλιστρών
Stops στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stingrs στα ελληνικά - εταιρία, αυστηρός, συμπαγής, δριμύς, στερεός, εδραίος, σταθερός, ...
  • stiprs στα ελληνικά - αλύγιστος, άκαμπτος, μανιασμένος, ισχυρός, παράφορος, δυνατός, άγριος, ...
  • store στα ελληνικά - οξύρρυγχος, οξυρρύγχου, οξύρρυγχου, οξύρρυγχο, οξυρρύγχων
  • stostīties στα ελληνικά - τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
Τυχαίες λέξεις
Stops στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόξο, βαλλίστρα, φιόγκος, κόμπος, crossbow, βαλλίστρας, βαλλιστρών