Vienīgais στα ελληνικά

Μετάφραση: vienīgais, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλώσσα, μόνος, μοναχικός, ασυντρόφευτος, μόνο, πέλμα, απόκοσμος, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Vienīgais στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vienādojums στα ελληνικά - εξίσωση, εξίσωσης, την εξίσωση, εξισώσεως, εξίσωση που
  • vienāds στα ελληνικά - ίσιος, ίσος, ίση, ίσης, ίσο, ίσες
  • vienīgi στα ελληνικά - δίκαιος, απλά, μόλις, απλώς, μόνο, καθαρώς, καθαρά, ...
  • viesis στα ελληνικά - επισκέπτης, φιλοξενούμενος, προσκεκλημένος, καλεσμένος, επισκεπτών
Τυχαίες λέξεις
Vienīgais στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλώσσα, μόνος, μοναχικός, ασυντρόφευτος, μόνο, πέλμα, απόκοσμος, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για