Šeimininkas στα ελληνικά
Μετάφραση: šeimininkas, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοδηγός, αφεντικό, ηγετικός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, κύριος, το αφεντικό, αφεντικού, αφεντικό του, αφεντικό της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- šaškės στα ελληνικά - ντάμα, πούλια, τα πούλια, ελεγκτές, πιόνια
- šeima στα ελληνικά - οικιακός, σπιτικό, σπίτι, οίκος, οικογένεια, οικογένειας, οικογενειακή, ...
- šeimyna στα ελληνικά - σπιτικό, σπίτι, οικιακός, οικογένεια, οίκος, οικογένειας, οικογενειακή, ...
- šepetys στα ελληνικά - πινέλο, βούρτσα, σκούπα, βουρτσίζω, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου
Τυχαίες λέξεις
Šeimininkas στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοδηγός, αφεντικό, ηγετικός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, κύριος, το αφεντικό, αφεντικού, αφεντικό του, αφεντικό της
Μεταφράσεις: εργοδηγός, αφεντικό, ηγετικός, φιλοξενώ, οικοδεσπότης, κύριος, το αφεντικό, αφεντικού, αφεντικό του, αφεντικό της