Grandinė στα ελληνικά

Μετάφραση: grandinė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καδένα, αλυσίδα, κύκλωμα, κυκλώματος, κυκλωμάτων, του κυκλώματος, το κύκλωμα
Grandinė στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grafystė στα ελληνικά - κομητεία, νομός, νομών, νομού, νομό
  • gramatika στα ελληνικά - γραμματική, γραμματικής, τη γραμματική, της γραμματικής, γραμματικό
  • grandinėlė στα ελληνικά - αλυσίδα, καδένα, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
  • granitas στα ελληνικά - γρανίτης, γρανίτη, από γρανίτη, γρανιτη, γρανίτες
Τυχαίες λέξεις
Grandinė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καδένα, αλυσίδα, κύκλωμα, κυκλώματος, κυκλωμάτων, του κυκλώματος, το κύκλωμα