Kilimėlis στα ελληνικά

Μετάφραση: kilimėlis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλί, μοκέτα, χαλάκι, ματ, mat, τάπητα
Kilimėlis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kietas στα ελληνικά - δύσκολος, σκληρός, συμπαγής, αδιάλλακτος, άτεγκτος, αυστηρός, στερεός, ...
  • kilimas στα ελληνικά - μοκέτα, χαλί, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
  • kilmininkas στα ελληνικά - γενική, γενική πτώση
  • kilmė στα ελληνικά - αρχή, ρυτίδα, αίμα, παρατάσσω, γραμμή, καταγωγή, επενδύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Kilimėlis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλί, μοκέτα, χαλάκι, ματ, mat, τάπητα