Paskutinis στα ελληνικά
Μετάφραση: paskutinis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαρκώ, φτουρώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Μεταφράσεις
- paskubėti στα ελληνικά - βιασύνη, βιάζομαι, σπεύδω, βιάζεται, βιαστούμε, βιαστείτε, βιαστεί
- paskui στα ελληνικά - τότε, έτσι, τόσο, μετά, έπειτα, στη συνέχεια, συνέχεια
- paslaptingas στα ελληνικά - βαθύς, αινιγματικός, μυστηριώδης, μυστηριώδη, μυστηριώδες, μυστηριώδεις, μυστήρια
- paslaptingumas στα ελληνικά - μυστικός, γρίφος, αίνιγμα, απόρρητος, μυστήριο, μυστικό, μυστηρίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Paskutinis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαρκώ, φτουρώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Μεταφράσεις: διαρκώ, φτουρώ, τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο