Servetėlė στα ελληνικά
Μετάφραση: servetėlė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα
Μεταφράσεις
- senovė στα ελληνικά - αρχαιότητα, την αρχαιότητα, αρχαιότητας, αρχαία
- senyvas στα ελληνικά - γέρικος, παλαιός, γέρος, ηλικιωμένος, ηλικιωμένους, ηλικιωμένων, ηλικιωμένοι, ...
- sesuo στα ελληνικά - βάγια, νοσοκόμα, αδελφή, αδερφή, την αδελφή, η αδελφή, αδελφής
- sezonas στα ελληνικά - νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
Τυχαίες λέξεις
Servetėlė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα
Μεταφράσεις: πετσέτα, πετσετάκι, χαρτοπετσέτα, υγείας, σερβιέτας, σερβιέτα