Ødsel στα ελληνικά

Μετάφραση: ødsel, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολυδάπανος, απλοχέρης, άσωτος, Ασώτου, Prodigal, Ασωτος, Άσωτοι
Ødsel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ødelegge στα ελληνικά - ερημώνω, καταστρέφω, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει
  • ødeleggelse στα ελληνικά - καταστροφή, καταστροφής, την καταστροφή, η καταστροφή, καταστροφές
  • øke στα ελληνικά - ενισχύω, αυξάνω, αύξηση, βελτιώνω, ανεβάζω, αυξήσει, αυξήσουν, ...
  • økenavn στα ελληνικά - παρατσούκλι, ψευδώνυμο, nickname, ψευδώνυμό, το ψευδώνυμό
Τυχαίες λέξεις
Ødsel στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολυδάπανος, απλοχέρης, άσωτος, Ασώτου, Prodigal, Ασωτος, Άσωτοι