Øke στα ελληνικά

Μετάφραση: øke, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενισχύω, αυξάνω, αύξηση, βελτιώνω, ανεβάζω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Øke στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ødeleggelse στα ελληνικά - καταστροφή, καταστροφής, την καταστροφή, η καταστροφή, καταστροφές
  • ødsel στα ελληνικά - πολυδάπανος, απλοχέρης, άσωτος, Ασώτου, Prodigal, Ασωτος, Άσωτοι
  • økenavn στα ελληνικά - παρατσούκλι, ψευδώνυμο, nickname, ψευδώνυμό, το ψευδώνυμό
  • økning στα ελληνικά - αύξηση, αυξάνω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Τυχαίες λέξεις
Øke στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενισχύω, αυξάνω, αύξηση, βελτιώνω, ανεβάζω, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει