Λέξη: φιλονικία

Σχετικές λέξεις: φιλονικία

φιλονικία αθηνάς και ποσειδώνα, φιλονικία τι σημαινει, φιλονικία του μαριβώ, φιλονικία ορισμός, φιλονικία ετυμολογία, φιλονικία θοκ, φιλονικία συνώνυμο, φιλονικία μαριβώ, φιλονικία ονειροκρίτης

Συνώνυμα: φιλονικία

σειρά, αράδα, στοίχος, καβγάς, ταραχή, συμπλοκή, γκέτα, αψιμαχία, ώα οστρέων, ράπισμα, καυγάς, σύρραξη, τεμάχιο, κομματάκι, θρύψαλο, απόρριμμα, υπόλειμμα, νταβαντούρι, σαματάς, θόρυβος, διαπληκτισμός, καβγατζής, λογομαχία, καυγαδάκι, ισχυρισμός, αγώνας, διαμάχη, αντιλογία, συζήτηση

Μεταφράσεις: φιλονικία

φιλονικία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
quarrel, brawl, altercation, broil, squabble

φιλονικία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gresca, reñir, disputa, riña, rifa, pelea, reyerta, brawl, trifulca

φιλονικία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
streiten, krach, zank, wortwechsel, auseinandersetzung, zerwürfnis, streit, Schlägerei, brawl, Prügelei, Streit

φιλονικία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
discuter, bagarre, chamaillerie, brouille, querelle, dispute, brouiller, algarade, bagarrer, rixe, brawl, bagarre de

φιλονικία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
litigio, disputa, litigare, alterco, contesa, lite, rissa, bagarre, brawl, zuffa, rissa da

φιλονικία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
porfiar, quantidade, discussão, querelar, altercar, disputa, rixa, briga, brawl, briga de, pancadaria

φιλονικία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
twisten, herrie, ruzie, dispuut, ruziën, redetwist, kiften, kwestie, heibel, krakelen, strijd, twist, twistgesprek, vechtpartij, brawl, vechtpartij in, brawl van

φιλονικία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
придираться, спор, поругаться, склока, брань, перебранка, ссора, поссориться, ссориться, бранить, пререкание, переругаться, спорить, оспаривать, размолвка, грызться, скандалить, драка, Brawl, драки, потасовка

φιλονικία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
strid, krangel, trette, slagsmål, klammeri, brawl, krangle

φιλονικία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gräl, träta, tvist, gräla, kiv, strid, bråk, Brawl, slagsmål

φιλονικία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiista, tora, riita, kina, selkkaus, sanaharkka, ristiriita, rähinä, Brawl, tappeluun, tappelu, räyhätä

φιλονικία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mundhuggeri, skænderi, slagsmål, Brawl, slåskamp

φιλονικία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pře, hádka, spor, svár, znesvářit, Brawl, rvačka, rvačku, hádat

φιλονικία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posprzeczać, waśń, handryczyć, kłótnia, pokłócić, drzeć, skłócić, awantura, czubić, bełt, żreć, swar, zwada, kłócić, waśnić, poróżnić, bijatyka, burda, chryja, awanturować się, brewerie

φιλονικία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
civakodik, verekedés, Brawl, verekedésben, verekedést

φιλονικία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kavga, brawl, arbede, arbedede, arbedenin

φιλονικία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
карантини, скандалити, сваритися, скандалитиме

φιλονικία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngatëresë, grindje, përleshje, zenka, rrahje, zenka e

φιλονικία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
караница, сбиване, скандал, Brawl, свада

φιλονικία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скандаліць, шкандаліць

φιλονικία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tüli, riid, lööming, lõugama, brawl, lärmama, kraaklema

φιλονικία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
svađa, psovati, prepirka, kavga, spor, tučnjavi, tučnjava, bučati, tučnjave

φιλονικία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
illdeilur, brawl

φιλονικία στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
iurgium

φιλονικία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skandalas, kivirčas, ginčas, vaidas, triukšmauti, Warcholić, Brawl

φιλονικία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ķildoties, strīdēties, tracis, strīds, ķilda, kautiņš, kautiņā, Brawl, celt traci

φιλονικία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тепачка, тепачката, караница, расправија, е тепачка

φιλονικία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ceartă, certa, murmur, se certa, păruială

φιλονικία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pretep, pretepu, Vika, brawl, Građa

φιλονικία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hádka
Τυχαίες λέξεις