Bergverk στα ελληνικά
Μετάφραση: bergverk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νάρκη, μεταλλείο, λατομεία, λατομείων, λατομικές, εξόρυξη, λατομικές δραστηριότητες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- berge στα ελληνικά - διασώζω, διάσωση, αποταμιεύω, εκτός, αποκρούω, κατευνάζω, διάσωσης, ...
- berging στα ελληνικά - διάσωση, Salvage, διάσωσης ξυλείας, Σωστικές, Ναυαγοσωστικής
- bergverksdrift στα ελληνικά - εξόρυξη, εξόρυξης, ορυχεία, ορυχείων, εξορυκτικές
- berike στα ελληνικά - εμπλουτίζω, εμπλουτίσουν, εμπλουτίζουν, εμπλουτίσει, τον εμπλουτισμό, εμπλουτίσετε την
Τυχαίες λέξεις
Bergverk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νάρκη, μεταλλείο, λατομεία, λατομείων, λατομικές, εξόρυξη, λατομικές δραστηριότητες
Μεταφράσεις: νάρκη, μεταλλείο, λατομεία, λατομείων, λατομικές, εξόρυξη, λατομικές δραστηριότητες