Eneboer στα ελληνικά

Μετάφραση: eneboer, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασκητής, ερημίτης, ασυντρόφευτος, μοναχικός, απόκοσμος, ερημικός, recluse, απομονωμένος, έγκλειστη
Eneboer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • endre στα ελληνικά - παραποιώ, τροποποιώ, μετατρέπω, παραλλάζω, αλλάζω, αλλαγή, μεταβολή, ...
  • endring στα ελληνικά - αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
  • enerett στα ελληνικά - μονοπώλιο, Όλα τα, Όλα, Όλες, Όλες οι, Όλοι
  • energisk στα ελληνικά - έντονος, δραστήριος, επίπονος, ενεργητικός, ενεργητική, ενεργητικό, ενεργητικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Eneboer στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασκητής, ερημίτης, ασυντρόφευτος, μοναχικός, απόκοσμος, ερημικός, recluse, απομονωμένος, έγκλειστη