Ερημίτης στα νορβηγικά
Μετάφραση: ερημίτης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eneboer, eremitt, eneboeren, eremitten, hermit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερημίτης
ερημίτησ παξοί, μάκησ ερημίτησ, ερημίτης κέρκυρα, ερημίτης ταρώ, ερημίτης κάβουρας, ερημίτης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ερημίτης στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ερευνητής στα νορβηγικά - forsker, forskeren
- ερευνώ στα νορβηγικά - spørre, granske, undersøke, forske, etterforske, undersøker, å undersøke
- ερημικός στα νορβηγικά - eneboer, recluse, eneboer som
- ερημώνω στα νορβηγικά - ødelegge, herje, avfolke, avbefolkning, avbefolke
Τυχαίες λέξεις
Ερημίτης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: eneboer, eremitt, eneboeren, eremitten, hermit
Μεταφράσεις: eneboer, eremitt, eneboeren, eremitten, hermit