Hånd στα ελληνικά
Μετάφραση: hånd, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίνω, δείκτης, δίνω, χέρι, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά
Μεταφράσεις
- hytte στα ελληνικά - υπόστεγο, καλύβα, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
- hån στα ελληνικά - κοροϊδία, παρωδία, χλευασμός, εμπαιγμό, διακωμώδηση, γελοιοποίηση
- håndbok στα ελληνικά - εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Χειροκίνητη, Manual, Χειροκίνητο
- håndflate στα ελληνικά - φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο
Τυχαίες λέξεις
Hånd στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίνω, δείκτης, δίνω, χέρι, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά
Μεταφράσεις: παραδίνω, δείκτης, δίνω, χέρι, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά