Installere στα ελληνικά
Μετάφραση: installere, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Μεταφράσεις
- inspektør στα ελληνικά - επιθεωρητής, επόπτης, ελεγκτής, Επιθεωρητή, Inspector, επιθεωρητές
- inspirere στα ελληνικά - εμπνέω, εμπνεύσει, εμπνέουν, εμπνέει, να εμπνεύσει, εμπνεύσουν
- instinkt στα ελληνικά - ένστικτο, το ένστικτο, ένστικτό, το ένστικτό, ενστίκτου
- instinktiv στα ελληνικά - ενστικτώδης, ενστικτώδη, ενστικτώδεις, ενστικτώδες, την ενστικτώδη
Τυχαίες λέξεις
Installere στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει
Μεταφράσεις: εγκαθιδρύω, τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, εγκαταστήσει