Εγκαθιδρύω στα νορβηγικά

Μετάφραση: εγκαθιδρύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
installere, egkathidryo
Εγκαθιδρύω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαθιδρύω

εγκαθιδρύω συνωνυμα, εγκαθιδρύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εγκαθιδρύω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εγκέφαλος στα νορβηγικά - ånd, hjerne, vidd, forstand, hjernen, hjernens
  • εγκαθίσταμαι στα νορβηγικά - etablere, betale, ordne, bosette, avgjøre, bosette seg, slå
  • εγκαθιστώ στα νορβηγικά - installere, installerer, installer, installert, å installere
  • εγκαινιάζω στα νορβηγικά - åpenlys, innvie, innlede, åpen, åpne, fri, innviet, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκαθιδρύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: installere, egkathidryo