Λέξη: νέκταρ

Σχετικές λέξεις: νέκταρ

νέκταρ αγάβη, νέκταρ ετυμολογια, νέκταρ και αμβροσία, νέκταρ εσοδείασ 1975, νέκταρ σεφ, νέκταρ λουλουδιών, νέκταρ κλίση, νέκταρ των θεών, νέκταρ αγαύης, νέκταρ αε

Μεταφράσεις: νέκταρ

νέκταρ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nectar, nectars, the nectar, nectar of

νέκταρ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
néctar, el néctar, néctar de, de néctar, nectar

νέκταρ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
göttertrank, nektar, Nektar, Nektars, nectar

νέκταρ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
nectar, le nectar, de nectar, du nectar, nectar de

νέκταρ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nettare, il nettare, nettare di, di nettare, del nettare

νέκταρ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gravata, néctar, o néctar, de néctar, nectar, néctar de

νέκταρ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nectar, van nectar, de nectar, nectar te, nektar

νέκταρ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нектар, медок, нектара, нектаром, нектары

νέκταρ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nektar, nectar, nektaren

νέκταρ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nektar, nectar, nektarn

νέκταρ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mesi, nektari, nektaria, mettä, nektarin

νέκταρ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektaren, frugtnektar, af nektar

νέκταρ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektaru, nektarový, nektarem

νέκταρ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektaru, nectar, nektarem, nektarowy

νέκταρ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nektár, nektárt, nektárját, nektárjának, a nektár

νέκταρ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nektar, Nectar, nektarı, Alözü, bitki özü

νέκταρ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
медок, нектар

νέκταρ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektari, sjell nektari, nektar në

νέκταρ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
амброзия, нектар, нектара, на нектар, нектари

νέκταρ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нектар, няктар

νέκταρ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektari, nektarist, nektarit, nektari-

νέκταρ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektara, je nektar, nektar od, poput nektara

νέκταρ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nectar, nektar

νέκταρ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nektaras, nektaro, nektarą, nektarai

νέκταρ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nektārs, nektāru, nektāra

νέκταρ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нектар, нектарот, на нектар, нектар од

νέκταρ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nectar, nectarul, nectarului, de nectar, nectar de

νέκταρ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nektar, nektarju, nektarja, nectar

νέκταρ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nektár, nektar, nektáru, nektáre
Τυχαίες λέξεις