Kjedelig στα ελληνικά

Μετάφραση: kjedelig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρετός, μουχρός, ανιαρός, πληκτικός, μουντός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές
Kjedelig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kjake στα ελληνικά - σαγόνι, γνάθου, σιαγόνα, σιαγόνας, γνάθο
  • kjede στα ελληνικά - αλυσίδα, καδένα, πλήττω, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
  • kjegle στα ελληνικά - κώνος, κώνου, κώνο, του κώνου, κωνικό
  • kjekk στα ελληνικά - θαρραλέος, γερός, εύσωμος, όμορφος, όμορφο, ωραίος, όμορφου
Τυχαίες λέξεις
Kjedelig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρετός, μουχρός, ανιαρός, πληκτικός, μουντός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές