Klø στα ελληνικά

Μετάφραση: klø, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαγούρα, κνίδωση, κνησμό, κνησμός, φαγούρας, itch
Klø στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klype στα ελληνικά - κλέβω, τσιμπώ, βουτώ, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, ...
  • klær στα ελληνικά - ρουχισμός, ρούχα, φορώ, τα ρούχα, Ενδυμασία, ρούχων, ενδύματα
  • kløe στα ελληνικά - φαγούρα, κνίδωση, κνησμός, κνησμό, κνησμού, ο κνησμός
  • kløft στα ελληνικά - σχισμή, χαντάκι, λαγκάδα, σπάζω, κόλπος, φαράγγι, άβυσσος, ...
Τυχαίες λέξεις
Klø στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαγούρα, κνίδωση, κνησμό, κνησμός, φαγούρας, itch