Λέξη: στηθοσκόπιο
Σχετικές λέξεις: στηθοσκόπιο
στηθοσκόπιο βικιπαιδεια, στηθοσκόπιο littmann classic ii se, στηθοσκόπιο littmann master cardiology, στηθοσκόπιο αγορά, στηθοσκόπιο littmann cardiology iii, στηθοσκόπιο littmann classic ii, στηθοσκόπιο littmann master classic ii, στηθοσκόπιο littmann, στηθοσκόπιο τιμή, στηθοσκόπιο littmann select
Μεταφράσεις: στηθοσκόπιο
στηθοσκόπιο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stethoscope, a stethoscope, of stethoscope
στηθοσκόπιο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estetoscopio, el estetoscopio, un estetoscopio, del estetoscopio
στηθοσκόπιο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stethoskop, Stethoskop, stethoscope, Stethoskops, Hörrohr
στηθοσκόπιο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
maintenir, stéthoscope, un stéthoscope, stethoscope, le stéthoscope
στηθοσκόπιο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
stetoscopio, stethoscope, lo stetoscopio
στηθοσκόπιο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estetoscópio, stethoscope, o estetoscópio, do estetoscópio
στηθοσκόπιο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stethoscoop, stethoscope, een stethoscoop
στηθοσκόπιο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп, стетоскопом, стетоскопа
στηθοσκόπιο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopet, stethoscope
στηθοσκόπιο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopet, stetoskop för
στηθοσκόπιο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
stetoskooppi, stethoscope, stetoskoopin, stetoskoopilla
στηθοσκόπιο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopet, stethoscope
στηθοσκόπιο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopem, Fonendoskop, stethoscope
στηθοσκόπιο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
słuchawka, stetoskop, stethoscope, stetoskopu
στηθοσκόπιο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fonendoszkóp, sztetoszkóp, sztetoszkóppal, sztetoszkópot, stethoscope
στηθοσκόπιο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
stetoskop, steteskop, stethoscope
στηθοσκόπιο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп
στηθοσκόπιο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopi
στηθοσκόπιο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп, стетоскопа, слушалка, Стетоскопът
στηθοσκόπιο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп, стэтаскоп
στηθοσκόπιο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
stetoskoop, stethoscope, stetoskoopi, stetoskoobi, stetoskoobiga
στηθοσκόπιο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stethoscope
στηθοσκόπιο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tvíþætt, hlustunarpípa
στηθοσκόπιο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stetoskopas, Stethoscope
στηθοσκόπιο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
stetoskops, stethoscope
στηθοσκόπιο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стетоскоп, стетоскопот
στηθοσκόπιο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stetoscop, stetoscopul, stetoscopului, stethoscope
στηθοσκόπιο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, Stethoscope, stetoskopska
στηθοσκόπιο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stetoskop, stetoskopom
Τυχαίες λέξεις