Λέξη: ατομικότητα

Σχετικές λέξεις: ατομικότητα

ατομικότητα χημεία, ατομικότητα συνώνυμα, ατομικότητα φωσφόρου, ατομικότητα και συλλογικότητα, ατομικότητα θείου, ατομικότητα χημικών στοιχείων, ατομικότητα στοιχείων, ατομικότητα συνώνυμο, ατομικότητα και κοινωνικότητα της λογοτεχνικής ανάγνωσης, ατομικότητα ορισμός

Συνώνυμα: ατομικότητα

προσωπικότητα, ατομικότης

Μεταφράσεις: ατομικότητα

ατομικότητα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
individuality, individual character, individualism, individuality of

ατομικότητα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
individualidad, la individualidad, personalidad

ατομικότητα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
individualität, identität, Individualität, die Individualität, Eigenart, Persönlichkeit

ατομικότητα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
identité, individualité, l'individualité, personnalité, d'individualité

ατομικότητα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
individualità, l'individualità, dell'individualità, personalità, di individualità

ατομικότητα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
individualidade, individuality, a individualidade, personalidade

ατομικότητα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
identiteit, individualiteit, eigenheid, persoonlijkheid, de individualiteit, individueel

ατομικότητα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
индивидуальность, личность, особенность, самобытность, индивидуальности, индивидуальностью

ατομικότητα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
individualitet, egenart, personlighet, individualiteten

ατομικότητα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
individualitet, egenart, personlighet, individualiteten

ατομικότητα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yksilöllisyys, yksilöllisyyttä, individuality, yksilöllisyyden, yksilöllisyytensä

ατομικότητα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
individualitet, personlighed, individualiteten

ατομικότητα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
osobnost, svéráznost, osobitost, individualita, individualitu, individuality

ατομικότητα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
indywidualność, jednostkowość, odrębność, osobowość, indywidualności, indywidualnoś

ατομικότητα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egyéniség, egyéniségüket, egyéniségét, individualitás, egyediség

ατομικότητα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kendine özgülük, bireysellik, bireyselliği, bireyselliğin, bireyselliğini

ατομικότητα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
індивідуалістичний, індивідуальність

ατομικότητα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
individualitet, individualitetin, individualiteti, individualitetit, personalitetin e

ατομικότητα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
самоличност, индивидуалност, индивидуалността, личност, индивид

ατομικότητα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
індывідуальнасць, індывідуальнасьць

ατομικότητα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
omapära, individuaalsus, isikupära, individuaalsust, individuaalsuse

ατομικότητα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
individualnost, individualnosti, se pojedinac, Osobitost, je individualnost

ατομικότητα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einstaklingseinkenni, einstaklingshyggja, sjálfstæði, einstaklingshyggja er

ατομικότητα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
individualumas, individualumą, individualybė, individualumo, individualybės

ατομικότητα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
individualitāte, individualitāti, individualitātes, individualitātei, personība

ατομικότητα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
индивидуалноста, индивидуалност, посебност, на индивидуалноста

ατομικότητα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
identitate, individualitate, individualitatea, individualității, individualitatii, individualități

ατομικότητα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
individualnost, individualnosti, individualnostjo, individualnost posameznika

ατομικότητα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
individualita, osobitosť, osobnosť, osobitost, osobitnosť, osobitosti
Τυχαίες λέξεις