Porsjon στα ελληνικά
Μετάφραση: porsjon, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pornografisk στα ελληνικά - πορνογραφικό, πορνογραφικού, πορνογραφικές, πορνογραφικών, πορνογραφική
- porselen στα ελληνικά - πορσελάνη, Κίνα, Κίνας, την Κίνα, της Κίνας, η Κίνα
- port στα ελληνικά - πύλη, θύρα, αυλόπορτα, λιμάνι, λιμένα, θύρας, λιμενικών
- portal στα ελληνικά - πύλη, ιστοσελίδα, πύλης, δικτυακή πύλη
Τυχαίες λέξεις
Porsjon στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους
Μεταφράσεις: μερίδα, τμήμα, τμήματος, μέρος, μέρους