Renne στα ελληνικά

Μετάφραση: renne, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντομή, χαράκωμα, αυλακώνω, ρέω, χαντάκι, αυλάκι, ροή, ρεματιά, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Renne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • renholdstjeneste στα ελληνικά - καθάρισμα, καθαρισμός, υπηρεσία καθαριότητας, υπηρεσία καθαρισμού, καθαριότητα, υπηρεσία αυτόματου καθαρισμού
  • renn στα ελληνικά - τρέχω, υδρορροή, υδρορροής, μορφή υδρορροής, με μορφή υδρορροής, υδρορρόης
  • rennestein στα ελληνικά - ρείθρο, οχετός, υδρορροή, υδρορροής, μορφή υδρορροής, με μορφή υδρορροής, υδρορρόης
  • rense στα ελληνικά - καθαρός, καθαρίζω, καθαρίσει, καθαρίζει, καθαρίζουν, να καθαρίσει, τον καθαρισμό
Τυχαίες λέξεις
Renne στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντομή, χαράκωμα, αυλακώνω, ρέω, χαντάκι, αυλάκι, ροή, ρεματιά, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε