Sal στα ελληνικά
Μετάφραση: sal, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγαζί, αίθουσα, άλας, Sal, Σαλ, ταση, δαίΐ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- saklig στα ελληνικά - πραγματικός, αληθινός, πραγματικών, πραγματικές, πραγματικά, πραγματική, πραγματικό
- saks στα ελληνικά - ψαλίδι, ψαλίδια, το ψαλίδι, ψαλιδιού, ψαλιδιών
- salamander στα ελληνικά - σαλαμάνδρα, newt, τρίτωνας, σαλαμάνδρας, newt όσο
- salat στα ελληνικά - σαλάτα, σαλάτας, σαλάτες
Τυχαίες λέξεις
Sal στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγαζί, αίθουσα, άλας, Sal, Σαλ, ταση, δαίΐ
Μεταφράσεις: μαγαζί, αίθουσα, άλας, Sal, Σαλ, ταση, δαίΐ