Stum στα ελληνικά

Μετάφραση: stum, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαζός, άφωνος, άναυδος, εμβρόντητος, μουγγός, άλαλος, χαζή, ηλίθιος, dumb
Stum στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stuepike στα ελληνικά - υπηρέτρια, καμαριέρα, καμαριέρας, καθαριότητα, κορίτσι
  • stuing στα ελληνικά - στιφάδο, Stew, βραστό, κατσαρόλας, κατσαρόλα
  • stump στα ελληνικά - κούτσουρο, κολόβωμα, κολοβώματος, πρέμνου, κορμό
  • stund στα ελληνικά - συλλαβίζω, ορθογραφώ, διάστημα, ξόρκι, ενώ, ενώ η, κατά, ...
Τυχαίες λέξεις
Stum στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαζός, άφωνος, άναυδος, εμβρόντητος, μουγγός, άλαλος, χαζή, ηλίθιος, dumb