Λέξη: μωρολογώ

Συνώνυμα: μωρολογώ

είδος γλυκίσματος, μωρολογία, παραμύθι

Μεταφράσεις: μωρολογώ

μωρολογώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
drivel, fudge, piffle, twaddle, prattle, maunder

μωρολογώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
babear, dulce de azúcar, Fudge, chapuza, del dulce de azúcar, dulce de

μωρολογώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sabbern, gelaber, Fondant, Fudge, unsinn

μωρολογώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bave, saliver, baver, salive, caramel, Fudge, fondant, caramels, le fudge

μωρολογώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sbavare, caramella fondente, fudge, fondente, del fondente, fondente di

μωρολογώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lorota, fudge, Caramelos, do fudge, fudge de

μωρολογώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klets, onzin, samenflansen, fudge, zachte toffee

μωρολογώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бессмыслица, ахинея, бред, чушь, помадка, Фадж, Fudge, выдумки, помадно

μωρολογώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fudge, nougaten, sjokolade

μωρολογώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fudge, fuskverk, kola, fudgen

μωρολογώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jaaritella, höpötys, kuolata, kuola, tuhertaa, fudge, kiertelyä, kinuski, toffeeta

μωρολογώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fudge, fusk, sludder, Chloe, karamel

μωρολογώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slintat, slina, cintat, fondán, fudge, fušovat, překrucovat, fudgy

μωρολογώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ślina, ślinić, banialuki, fuszerka, pomadka, partactwo, fudge

μωρολογώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
koholmány, fudge, Caramel, karamellás, Caramelt

μωρολογώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
geçiştirmek, fudge, abartmak, saçma, baştan savma yapmak

μωρολογώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
помадка

μωρολογώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
krem karamel, gënjeshtër, karamel, mashtroj, bëj bisht

μωρολογώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
празни приказки, Фъдж, Fudge, скърпвам, глупости

μωρολογώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
помадка

μωρολογώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
süljenire, ilastama, sepitsus, fudge, lollus puha, kokku lappima, kokkulapitu

μωρολογώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pljuvačka, izmisliti, budalaština, gluposti, poslastica, izmišljati

μωρολογώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fudge, sæta

μωρολογώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nesąmonė, saldainis, Fudge, Pomadka, krówki

μωρολογώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izdomājums, Fudge, Fadžs, krēma, blēņas

μωρολογώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
празни епови, одбегнувајте, оправдавам очекувањата, Фаџ

μωρολογώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prostii, fudge, ciocolată, de ciocolată, face de mântuială

μωρολογώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
polnilom, Izmišljati, Poslastica, Fudge

μωρολογώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
fondán
Τυχαίες λέξεις