Unøyaktig στα ελληνικά
Μετάφραση: unøyaktig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακριβής, ανακριβή, ανακριβείς, ανακριβών, ανακριβές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- unåde στα ελληνικά - δυσμένεια, ντροπή, όνειδος, Disgrace, αίσχος
- unødvendig στα ελληνικά - περιττός, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
- uopphørlig στα ελληνικά - ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
- uoppløselig στα ελληνικά - αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες
Τυχαίες λέξεις
Unøyaktig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακριβής, ανακριβή, ανακριβείς, ανακριβών, ανακριβές
Μεταφράσεις: ανακριβής, ανακριβή, ανακριβείς, ανακριβών, ανακριβές