Uvirksom στα ελληνικά

Μετάφραση: uvirksom, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεμπέλης, αδρανής, άνεργος, αργόσχολος, αδράνεια, ρελαντί, αδράνειας, σε αδράνεια
Uvirksom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • uvilje στα ελληνικά - μνησικακία, αντιπάθεια, άχτι, αποστροφή, απροθυμία, απροθυμίας, την απροθυμία, ...
  • uvillig στα ελληνικά - απρόθυμος, απρόθυμοι, απρόθυμη, απρόθυμο, απρόθυμες
  • uviss στα ελληνικά - αμφίβολος, αβέβαιος, αβέβαιο, αβέβαιη, αβέβαιες, αβέβαια
  • uvisshet στα ελληνικά - αμφισβητώ, αβεβαιότητα, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αγωνία, εκκρεμή, αγωνίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Uvirksom στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεμπέλης, αδρανής, άνεργος, αργόσχολος, αδράνεια, ρελαντί, αδράνειας, σε αδράνεια