Vei στα ελληνικά

Μετάφραση: vei, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαδρομή, δρόμος, πορεία, δρόμο, οδική, δρόμου, οδικό
Vei στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vegg στα ελληνικά - τοίχος, τείχος, τοίχωμα, τοίχο, τοιχώματος
  • vegring στα ελληνικά - άρνηση, άρνησης, απαραδέκτου, απόρριψη, την άρνηση
  • veie στα ελληνικά - ζυγίζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
  • veik στα ελληνικά - αδύναμος, αμυδρός, λιποθυμώ, ασθενικός, ανίσχυρος, άκρη του δρόμου, στην άκρη του δρόμου, ...
Τυχαίες λέξεις
Vei στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαδρομή, δρόμος, πορεία, δρόμο, οδική, δρόμου, οδικό