Venne στα ελληνικά
Μετάφραση: venne, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξοικειώνομαι, εξοικειώνω, συνηθίζω, συνηθίσουν, εξοικείωση, εξοικειωθούν, να εξοικειωθούν
Μεταφράσεις
- vene στα ελληνικά - φλέβα, φλέβας, πνεύμα, φλεβική, φλεβικής
- venn στα ελληνικά - φίλος, φίλοι, φίλη, φίλο, φίλου, ο φίλος
- vennlig στα ελληνικά - φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
- vennskapelig στα ελληνικά - φιλικός, φιλικό, φιλική, φιλικού, φιλικής
Τυχαίες λέξεις
Venne στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξοικειώνομαι, εξοικειώνω, συνηθίζω, συνηθίσουν, εξοικείωση, εξοικειωθούν, να εξοικειωθούν
Μεταφράσεις: εξοικειώνομαι, εξοικειώνω, συνηθίζω, συνηθίσουν, εξοικείωση, εξοικειωθούν, να εξοικειωθούν