Aanhaling στα ελληνικά

Μετάφραση: aanhaling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίο, παραθέτω, πίστωση, καθορίζω, αναγωγή, αναφορά, μνημονεύω, παράθεση, αναφέρω, παραπομπή, παραπομπή που, αιτιολογική αναφορά, μνεία
Aanhaling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aanhalen στα ελληνικά - αναφέρω, πετώ, καθορίζω, μνημονεύω, προσελκύω, εγκεφαλικό, έλκω, ...
  • aanhalig στα ελληνικά - στοργικός, μαζεμένος, χάδια, cuddly, τα χάδια, για χάδια
  • aanhang στα ελληνικά - συμβαλλόμενος, παρέα, υποστηρικτές, θεατές, υποστηρικτών, οπαδών, οπαδοί
  • aanhangen στα ελληνικά - χώνω, τηρούν, να τηρούν, προσκολλώνται, συμμορφώνονται, προσχωρήσουν
Τυχαίες λέξεις
Aanhaling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίο, παραθέτω, πίστωση, καθορίζω, αναγωγή, αναφορά, μνημονεύω, παράθεση, αναφέρω, παραπομπή, παραπομπή που, αιτιολογική αναφορά, μνεία