Accuraat στα ελληνικά
Μετάφραση: accuraat, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλις, ακριβής, ακριβολόγος, συνεπής, συγκεκριμένος, γρήγορος, δίκαιος, ακριβώς, υποκινώ, ωθώ, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accumulator στα ελληνικά - συστοιχία, μπαταρία, συσσωρευτής, συσσωρευτή, Στηλών, πολλαπλών Στηλών, συσσωρευτών
- accumuleren στα ελληνικά - στοιβάδα, συσσωρεύω, σωρός, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, ...
- accuratesse στα ελληνικά - αλήθεια, ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- accusatief στα ελληνικά - αιτιατική, αιτιατικής, στην αιτιατική, την αιτιατική, η αιτιατική
Τυχαίες λέξεις
Accuraat στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλις, ακριβής, ακριβολόγος, συνεπής, συγκεκριμένος, γρήγορος, δίκαιος, ακριβώς, υποκινώ, ωθώ, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Μεταφράσεις: μόλις, ακριβής, ακριβολόγος, συνεπής, συγκεκριμένος, γρήγορος, δίκαιος, ακριβώς, υποκινώ, ωθώ, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές