Achteloos στα ελληνικά

Μετάφραση: achteloos, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απερίσκεπτος, απρόσεκτος, τυφλή, αδιαφορώντας, απερίσκεπτη, αδιαφορώντας για
Achteloos στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acht στα ελληνικά - προσοχή, φροντίδα, οκτώ, οχτώ, των οκτώ, από οκτώ
  • achtbaar στα ελληνικά - έντιμος, αξιότιμος, αξιότιμη, αξιότιμοι, αξιότιμους
  • achten στα ελληνικά - παίρνω, μοιράζω, νομίζω, σεβασμός, σέβομαι, αγορά, υπόληψη, ...
  • achtenswaard στα ελληνικά - έντιμος
Τυχαίες λέξεις
Achteloos στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απερίσκεπτος, απρόσεκτος, τυφλή, αδιαφορώντας, απερίσκεπτη, αδιαφορώντας για