Beschermen στα ελληνικά
Μετάφραση: beschermen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστατεύω, κατοχυρώνω, να προστατεύσει, για την προστασία των, για την προστασία, την προστασία των, να προστατεύσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bescheiden στα ελληνικά - μέτριος, ταπεινός, μετριοπαθής, σεμνός, εχέμυθος, μετριόφρων, διακριτικός, ...
- bescheidenheid στα ελληνικά - ταπεινοφροσύνη, σεμνότητα, μετριοφροσύνη, απλότητα, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα
- beschermer στα ελληνικά - κηδεμόνας, προστάτης, προστατευτικό, προστάτη, προστασίας, προστατευτικού
- beschermgeest στα ελληνικά - εγκέφαλος, ιδιοφυία, μεγαλοφυία, ιδιοφυΐα, μεγαλοφυΐα, genius
Τυχαίες λέξεις
Beschermen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστατεύω, κατοχυρώνω, να προστατεύσει, για την προστασία των, για την προστασία, την προστασία των, να προστατεύσουν
Μεταφράσεις: προστατεύω, κατοχυρώνω, να προστατεύσει, για την προστασία των, για την προστασία, την προστασία των, να προστατεύσουν