Λέξη: ληστής
Σχετικές λέξεις: ληστής
ληστήσ με τισ γλαδιόλεσ
Συνώνυμα: ληστής
άνθρωπος του πιστολιού, κλέφτης, άρπαξ, πειρατής, άρπαγας
Μεταφράσεις: ληστής
ληστής στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
robber, mugger, gunman, bandit, highwayman, brigand
ληστής στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ladrón, atracador, ladrón de, salteador, bandido
ληστής στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
räuber, straßenräuber, Räuber, Raub, Räubers
ληστής στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
escarpe, larron, ravisseur, bandit, chipeur, voleur, brigand, braqueur, voleurs
ληστής στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rapinatore, ladro, brigante, rapinatore di, ladrone
ληστής στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
roubar, ladrão, bandido, salteador, assaltante, ladrão de, assaltante de
ληστής στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rover, overvaller, dief, robber, moordenaar
ληστής στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
налётчик, фигляр, налетчик, крокодил, разбойник, грабитель, грабителя, разбойником, грабителем
ληστής στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ransmann, røver, raneren, raner, røveren, rans
ληστής στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rövare, rånare, rånaren, rövaren
ληστής στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ryöstäjä, rosvo, ryöväri, robber, ryövärin
ληστής στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
røver, røveren, robber, røveri
ληστής στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zloděj, loupežník, lupič, bandita, Loupežnice, robber
ληστής στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
złodziej, grabieżca, zbójca, rabuś, hajdamak, bandzior, bandyta, hajdamaka, rozbójnik, zbój
ληστής στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rabló, tolvaj, rablók, rablót, robber
ληστής στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
haydut, hırsız, soyguncu, soyguncusu, soygun, robber
ληστής στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розбійник, розбишака, разбойник, й розбійник
ληστής στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grabitës, kusar, hajdut, lak e
ληστής στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
грабителя, разбойник, крадец, обирджия, грабител
ληστής στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
разбойнік, бандыт, грабежнік
ληστής στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ründaja, röövel, röövli, kurjategija, röövlit
ληστής στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kradljivac, razbojnik, pljačkaš, pljačkaš je, lopov
ληστής στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ræningi, ræningja, ránsmaðr, ofbeldisfullan
ληστής στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
latro, latrunculus
ληστής στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plėšikas, Robber, banditas
ληστής στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
laupītājs, laupītāju, laupītāji, laupītāja
ληστής στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
арамија, ограбувачот, Ограбувач, разбојник, крадци
ληστής στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
jefuitor, tâlhar, hoț, jefuitor de, tîlhar
ληστής στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ropar, razbojnik, robber, žepar, Pljačkaš
ληστής στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lupič, zlodej, zbojník, lupiča
Στατιστικά δημοτικότητας: ληστής
Τυχαίες λέξεις