Λέξη: τροποποίηση

Σχετικές λέξεις: τροποποίηση

τροποποίηση μισθωτηρίου, τροποποίηση καταστατικού, τροποποίηση παραρτήματος α, τροποποίηση καταστατικού ικε, τροποποίηση κώδικα πολιτικής δικονομίας, τροποποίηση εμπορικών μισθώσεων, τροποποίηση καταστατικού σωματείου δικαιολογητικά, τροποποίηση καλλικράτη, τροποποίηση σύμβασης, τροποποίηση καταστατικού σωματείου

Συνώνυμα: τροποποίηση

τροπολογία, διόρθωση, εναλλαγή, αλλαγή, μετασκευή, ημιπερίοδος, μετασχηματισμός, προσόν, επιφύλαξη, όρος

Μεταφράσεις: τροποποίηση

τροποποίηση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
alteration, modification, amendment, amending, amend, amendment to

τροποποίηση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
variación, cambio, alteración, arreglo, modificación, la modificación, modificaciones, modificación de, de modificación

τροποποίηση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wechsel, abänderung, veränderung, modifikation, durchsicht, änderung, nachprüfung, umrüstung, wandel, abwandlung, revision, abwechslung, Änderung, Veränderung, Modifikation, Modifizierung, Abänderung

τροποποίηση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
altération, refonte, révision, métamorphose, retouche, transformation, arrangement, mutation, variation, modification, contrôle, rature, changement, la modification, modifications, modifier, de modification

τροποποίηση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
modificazione, modifica, alterazione, variazione, mutamento, modifiche, la modifica, aggiornamento

τροποποίηση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mudança, modificação, alteração, modificações, de modificação, a modificação

τροποποίηση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verloop, herziening, omkeer, wijziging, verandering, keer, kentering, wisseling, afwisseling, verzetting, aanpassing, modificatie, wijzigingen, wijzigen

τροποποίηση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проверка, перемена, просмотр, переделка, деформация, изменение, смена, переработка, перестройка, модификация, модификации, изменения, модификацией

τροποποίηση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forandring, skifte, modifisering, modifikasjon, endring, modifikasjoner, forbehold

τροποποίηση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
växla, omväxling, ändring, modifiering, modifikation, ändringar, ändringen

τροποποίηση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
säätäminen, muuttaminen, vaihto, muutos, muutokseen, muuttamista

τροποποίηση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forandring, modifikation, ændring, ændringer, ændringen, modificering

τροποποίηση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přestavba, úprava, změna, pozměnění, modifikace, úpravy, změny

τροποποίηση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przeróbka, deformacja, przemiana, odmiana, zmiana, modyfikacja, modyfikacji, zmiany, modyfikacje

τροποποίηση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
módosulás, átalakulás, megváltozás, megváltoztatás, módosítás, módosítása, módosítását, módosítására, módosítást

τροποποίηση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
değişiklik, değişme, değişim, modifikasyon, modifikasyonu, değiştirme, değişikliği

τροποποίηση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
модифікація, модель, модифікацію

τροποποίηση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
modifikim, modifikimin, modifikimi, ndryshim, modifikimit

τροποποίηση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изменение, модификация, промяна, модифициране, изменения

τροποποίηση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мадыфікацыя

τροποποίηση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muutmine, ümbertegemine, modifikatsioon, modifitseerimine, muutmise, muutmist

τροποποίηση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
preklapanje, promjena, izmjena, modifikacija, modifikacije, preinaka

τροποποίηση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
breyting, breytingar, breyta, breytingu, breytingin

τροποποίηση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaita, modifikacija, pakeitimai, pakeitimo, keitimas, modifikavimas

τροποποίηση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
maiņa, modifikācija, grozījums, modifikācijas, pārveidošana, modifikāciju

τροποποίηση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
модификација, промена, измена, модификација на, менување

τροποποίηση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
schimbare, modificare, modificarea, modificări, modificării, de modificare

τροποποίηση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sprememba, spremembe, modifikacija, spreminjanje, spremembo

τροποποίηση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
modifikácie, modifikácia, úpravy, úprava, modifikáciu

Στατιστικά δημοτικότητας: τροποποίηση

Τυχαίες λέξεις