Bestendig στα ελληνικά
Μετάφραση: bestendig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαρκείας, αδιάκοπος, αδιάπτωτος, μόνιμος, σταθερός, συνεχής, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bestemmen στα ελληνικά - χειροτονώ, προορίζω, επιφυλάξουν, στο αυτί, ενωτίου, σημάδι στο αυτί, δεσμεύσουν
- bestemming στα ελληνικά - κατανομή, καταμερισμός, κλήρος, μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, προορισμός, ...
- bestendiging στα ελληνικά - συνέχεια, συνέχιση, συνέχισης, διατήρηση, τη συνέχιση
- bestorming στα ελληνικά - βιαιοπραγία, επίθεση, επιτίθεμαι, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, κακοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Bestendig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαρκείας, αδιάκοπος, αδιάπτωτος, μόνιμος, σταθερός, συνεχής, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές
Μεταφράσεις: διαρκείας, αδιάκοπος, αδιάπτωτος, μόνιμος, σταθερός, συνεχής, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές