Bruikbaar στα ελληνικά

Μετάφραση: bruikbaar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλληλος, τιμαλφής, βολικός, πολύτιμος, χρήσιμος, πρόσφορος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα
Bruikbaar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bruidegom στα ελληνικά - ιπποκόμος, γαμπρός, γαμπρό, γαμπρού, του γαμπρού, ο γαμπρός
  • bruidsschat στα ελληνικά - προίκα, προίκας, την προίκα, προικιά, τα προικιά
  • bruiloft στα ελληνικά - γάμος, γάμο, γάμου, του γάμου, γαμήλια
  • bruiloftsfeest στα ελληνικά - γάμος, γαμήλιο γλέντι, το κόμμα του γάμου, γαμήλια δεξίωση, γαμήλιο πάρτι, μέρος του γάμου
Τυχαίες λέξεις
Bruikbaar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλληλος, τιμαλφής, βολικός, πολύτιμος, χρήσιμος, πρόσφορος, χρήσιμες, χρήσιμο, χρήσιμη, χρήσιμα