Buitenkansje στα ελληνικά
Μετάφραση: buitenkansje, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύχη, απροσδόκητο καλό, δώρο Θεού, θεόσταλτος, godsend, θεόσταλτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- buitendien στα ελληνικά - άλλωστε, παρομοίως, και, επιπλέον, επίσης, εκτός αυτού, εκτός, ...
- buitengewoon στα ελληνικά - ασυνήθιστος, υπερβολικά, εξαιρετικά, έπακρο, στο έπακρο, σφόδρα
- buitenkant στα ελληνικά - περίχωρα, περιφέρεια, εξωτερικός, εξωτερικό, εξωτερική, εξωτερικές, εξωτερικά
- buitenlander στα ελληνικά - εξωτικός, ξένος, αλλοδαπός, εξωγήινος, περίεργος, παράξενος, αλλοδαπού, ...
Τυχαίες λέξεις
Buitenkansje στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύχη, απροσδόκητο καλό, δώρο Θεού, θεόσταλτος, godsend, θεόσταλτο
Μεταφράσεις: τύχη, απροσδόκητο καλό, δώρο Θεού, θεόσταλτος, godsend, θεόσταλτο