Bul στα ελληνικά

Μετάφραση: bul, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίπλωμα, ταύρος, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου
Bul στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • buitmaken στα ελληνικά - λεηλατώ, ξεγυμνώνω, ληστεύω, πάρει, πάρετε, να πάρει, να πάρετε, ...
  • bukken στα ελληνικά - καμπυλώνεται, γέρνω, στροφή, σκύβω, γέρνουν, σκύψουμε, stoop, ...
  • bulderen στα ελληνικά - βροντές, φωνάζω, βροντώ, στριγγλίζω, βρυχηθμός, βρυχώμαι, ωρύομαι, ...
  • bulletin στα ελληνικά - δελτίο, ενημερωτικό δελτίο, Δελτίου, Bulletin, ανακοινώσεων
Τυχαίες λέξεις
Bul στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίπλωμα, ταύρος, κάρτα στον, την κάρτα στον, ταύρο, ταύρου