Bundelen στα ελληνικά

Μετάφραση: bundelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδυάζω, ομαδοποίηση, δεματοποίησης, συνένωση, συνολικές συμφωνίες, συνολικών συμφωνιών
Bundelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bumper στα ελληνικά - ασπίδα, προφυλακτήρας, προφυλακτήρα, του προφυλακτήρα, προφυλακτήρων
  • bundel στα ελληνικά - δέμα, συναρμολόγηση, συστοιχία, συσσώρευση, τσουβαλιάζω, σύμπλεγμα, τσαμπί, ...
  • bunker στα ελληνικά - ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
  • burcht στα ελληνικά - κάστρο, κάστρου, Castle, το κάστρο, κάστρο της
Τυχαίες λέξεις
Bundelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδυάζω, ομαδοποίηση, δεματοποίησης, συνένωση, συνολικές συμφωνίες, συνολικών συμφωνιών