Λέξη: ρεματιά
Σχετικές λέξεις: ρεματιά
ρεματιά της νερομάνας, ρεματιά ηλιούπολη, ρεματιά 2012, αγγελάκας ρεματιά, ρεματιά χαλανδρίου, ρεματιά jazz festival, ρεματιά θέατρο
Συνώνυμα: ρεματιά
φαράγγι, φάραγξ, λαγκαδιά, ρεύμα, ρέμα, χείμαρρος, ποταμός
Μεταφράσεις: ρεματιά
ρεματιά στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gully, ravine, stream, glen, the gully
ρεματιά στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
chorrera, barranco, badén, barranca, encañada, garganta, quebrada, barranco de, cañada
ρεματιά στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
klamm, schlammfang, rinne, senkloch, gully, abzugskanal, schlucht, Schlucht, Klamm
ρεματιά στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chenal, conduit, égout, canal, ravin, rigole, ravine, ravin de, gorge
ρεματιά στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gola, burrone, ravine, forra, ravina
ρεματιά στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ravina, desfiladeiro, barranco, ravine, garganta
ρεματιά στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kloof, ravijn, het ravijn
ρεματιά στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
балка, буерак, лощина, вымоина, овраг, дефиле, ущелье, расщелина, лог, яр, оврага, оврагов
ρεματιά στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
juv, kløft, renne, ravine, ravinen, kløften, juvet
ρεματιά στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ravin, klyfta, ravinen, ravinens, klyftan
ρεματιά στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rotko, onkalo, kolo, sola, katuoja, Ravine, rotkon, rotkoon
ρεματιά στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kløft, slugt, kløften, slugten
ρεματιά στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úvoz, rokle, kanál, strouha, Ravine, úžlabina, úval
ρεματιά στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
żleb, ściek, parów, porów, wąwóz, kanał, jar, cieśnina, wąwozu, ravine
ρεματιά στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szakadék, vízmosás, Ravine, szakadékba, szakadékból
ρεματιά στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dağ geçidi, Ravine, uçurumun, bir uçurumun, dar ve derin vadi
ρεματιά στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грабіж, здобич, грабування, водостік, видобуток, видобування, лощина, яр, яру
ρεματιά στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
luginë e thellë, përroskë, Gryka, luginë, grykë
ρεματιά στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
овраг, клисура, дере, дефиле, дерето
ρεματιά στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
яр, роў, яры, равок, роў і
ρεματιά στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuristik, kuristiku, jäärakusse, rotko, ravine
ρεματιά στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kotlini, klanac, klisura, tjesnac, vododerina, jaruga, kotlina, dolina
ρεματιά στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gil, gjá, gljúfri, gjá eða sprunga, gjá eða
ρεματιά στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
siaurukalnė, dauba, daubų, griova, išgrauža, išrausa
ρεματιά στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aiza, grava, Ravine, gravu, gravas
ρεματιά στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клисура, провалијата, котлина, клисурата, долина
ρεματιά στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
râpă, prăpastie, văgăună, viroagă, tihăraie
ρεματιά στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ravine, grapa, grapi, soteska, globel
ρεματιά στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
strž, rokle, struha, rokliny, roklina
Τυχαίες λέξεις