Doek στα ελληνικά
Μετάφραση: doek, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τυλίγω, στρώμα, καμβάς, κομμάτι, πανί, αυλαία, κουρτίνα, ζωγραφιά, μανδύας, πλέω, σεντόνι, ύφασμα, υφάσματος, υφάσματα, υφασμάτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dodelijk στα ελληνικά - θανάσιμος, θνητός, νεκρός, πεθαμένος, θανατηφόρος, μοιραίος, θανάσιμα, ...
- doden στα ελληνικά - σκοτώνω, σκοτώσει, σκοτώνουν, σκοτώσουν, να σκοτώσει, θανάτωση
- doel στα ελληνικά - χρήση, πρόθεση, δεξίωση, αποβλέπω, προαίρεση, γκολ, ρόλος, ...
- doelmatig στα ελληνικά - βολικός, εύχρηστος, επίκαιρος, πρόχειρος, αποδοτικός, αποτελεσματικός, τέχνασμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Doek στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τυλίγω, στρώμα, καμβάς, κομμάτι, πανί, αυλαία, κουρτίνα, ζωγραφιά, μανδύας, πλέω, σεντόνι, ύφασμα, υφάσματος, υφάσματα, υφασμάτων
Μεταφράσεις: τυλίγω, στρώμα, καμβάς, κομμάτι, πανί, αυλαία, κουρτίνα, ζωγραφιά, μανδύας, πλέω, σεντόνι, ύφασμα, υφάσματος, υφάσματα, υφασμάτων