Elektronisch στα ελληνικά
Μετάφραση: elektronisch, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηλεκτρονικός, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονική, ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elegant στα ελληνικά - εκλεπτυσμένος, κομψός, κομψό, κομψά, κομψή, το κομψό
- elektronica στα ελληνικά - ηλεκτρονική, Ηλεκτρονικά, Electronics, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονικών ειδών
- element στα ελληνικά - συντελεστής, παράγοντας, εξάρτημα, συστατικός, στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, ...
- elementair στα ελληνικά - στοιχειώδης, στοιχειώδη, δημοτικό, στοιχειώδεις, στοιχειώδες
Τυχαίες λέξεις
Elektronisch στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηλεκτρονικός, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονική, ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικό
Μεταφράσεις: ηλεκτρονικός, ηλεκτρονικών, ηλεκτρονική, ηλεκτρονικά, ηλεκτρονικό