Erkennen στα ελληνικά

Μετάφραση: erkennen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβεβαιώνω, έχε, επιβεβαιώνω, παραδέχομαι, αναγνωρίζω, παίρνω, εξομολογώ, έχω, ομολογώ, δέχομαι, παραλαμβάνω, λαμβάνω, εισάγω, αποδέχομαι, διακηρύσσω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Erkennen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ergo στα ελληνικά - μετά, τότε, έτσι, τόσο, έπειτα, όθεν, Ergo, ...
  • ergst στα ελληνικά - ύψιστος, μέγιστος, ακραίος, χειρότερες, χειρότερο, χειρότερη, το χειρότερο, ...
  • erkenning στα ελληνικά - ταυτότητα, εξομολόγηση, αναγνώριση, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση
  • erkentelijk στα ελληνικά - ευγνώμων, ευγνώμονες, ευγνωμοσύνη, ευχαριστώ, ήμουν ευγνώμων
Τυχαίες λέξεις
Erkennen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβεβαιώνω, έχε, επιβεβαιώνω, παραδέχομαι, αναγνωρίζω, παίρνω, εξομολογώ, έχω, ομολογώ, δέχομαι, παραλαμβάνω, λαμβάνω, εισάγω, αποδέχομαι, διακηρύσσω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν